24 ώρες Le Mans – Από την κερκίδα

Η ιδέα αρχικά είχε πέσει στο τραπέζι από πέρσι αλλά επαγγελματικές υποχρεώσεις την άφησαν στη λίστα των «κάποτε θα … »
Φέτος όμως επανήλθε. Πιο ώριμη. Με την έλευση του νέου έτους ξεκίνησαν και οι …. διαβουλεύσεις. Ωρίμασε ακόμα λίγο σα σκέψη και μερικές μέρες αφού οι ερωτευμένοι ανανέωσαν με όρκους αιώνιας πίστης υπέρ-αιωνόβιους έρωτες ανακοινώθηκε σα σχέδιο σε όλη την ομάδα προκειμένου να δούμε πόσοι, ποιοι και αν ενδιαφέρονται.
Πρωτεργάτης, υποκινητής και γενικά συντονιστής της όλης ιδέας – υλοποίησης ο Παύλος.

17 Φεβρουαρίου ανακοινώθηκε η πρόταση/παραίνεση του Παύλου και στις 21, ήδη 6 άτομα είχαν «κλείσει» τη συμμετοχή τους. Είναι δύσκολο να αποτυπωθούν όλα σε ένα λευκό φόντο μίας οθόνης, αλλά γνωρίζοντας λεπτομέρειες από τις ζωές όλων σχεδόν, το να τακτοποιηθούν τόσες πολλές εκκρεμότητες με παιδιά, δουλειές και τόσες καθημερινές υποχρεώσεις είναι απλά μία …. συνομωσία του σύμπαντος. Ομολογώ δε, ότι η συμμετοχή του «από την Αυστραλία έρχομαι…» Γιώργου ξεπέρασε τη φαντασία μου αφού το θεωρούσα απλά απίθανο να συμβεί. Τον «Σουηδό» Νίκο τον είχα πολύ περισσότερο έτοιμο να ακολουθήσει.

Δυστυχώς 2-3 ακόμα συμμετοχές που εκκρεμούσαν δε κατάφεραν να φτάσουν στη φάση της υλοποίησης για διάφορους λόγους και τελικά οι έξι που θα συμμετείχαμε είμασταν οι Γιώργος, Νίκος, Παύλος, Βασίλης, Πάνος κι εγώ.

Για τις επόμενες 10-15 μέρες υπήρχε ένας καθημερινός οργασμός προκειμένου να οργανωθούν όλα. Η αρχική ιδέα του «νοικιάζουμε πολυμορφικό, μία σκηνή, πολυθρόνες, μερικά hot dogs και βλέπουμε πίστα» σιγά σιγά μεταμορφώθηκε σε «νοικιάζουμε αυτοκινούμενο 6 ατόμων, τραπέζ(ι)α-καρέκλες, προμήθειες σαν να ετοιμαζόμαστε για την απόβαση της Νορμανδίας και …. πάμε»

Κάποιοι εφοδιάστηκαν με τις παραδοσιακές «τσατσάρες» και ξεκίνησαν να σπάνε χτένια …. Κάθε τόσο ένα «Χ μέρες και σήμερα» προμήνυε και μαρτυρούσε φυλλομετρήσεις και αγωνίες. Που και που κάποια απορία και checking επίσης πρόδιδε εκείνο το «….σε αναμμένα κάρβουνα». Την τελευταία εβδομάδα χαμός κυριολεκτικά. Ξανά checking τα πάντα, άντε και οι λίστες με τα ψώνια να θυμίζουν επερχόμενο βομβαρδισμό, σχέδια, πλάκες, πειραγματάκια…

Η μέρα έφτασε. Πέμπτη 14 Ιουνίου. Από τη προηγούμενη οι ώρες δε πέρναγαν με τίποτα. Οι τελευταίες προετοιμασίες και η βαλίτσα έτοιμη. Σε μία προσπάθεια να μη ξεχάσω τίποτα η βαλίτσα θύμιζε…. μετακόμιση!
Το σχέδιο έλεγε πως ο Γιώργος θα προσγειωνόταν 8 παρά το πρωί, θα περίμενε τον Νίκο που έφτανε μετά από μισή ώρα περίπου. Οι δύο τους θα χαλάρωναν με καφεδάκι στο αεροδρόμιο και έχοντας περίπου 5 ώρες μέχρι να φτάσουμε οι υπόλοιποι θα πήγαιναν να παραλάβουν το …σπίτι μας για τις επόμενες μέρες και να κάνουν τα ψώνια του ανεφοδιασμού (Πρέπει να ξοδέψαμε σχεδόν μισή μέρα για να βρούμε το κατάλληλο σούπερ μάρκετ με το ανάλογο πάρκινγκ που θα χώραγε ένα εφτάμετρο σε μήκος και μεγαλύτερο από τρία μέτρα σε φάρδος όχημα)

Έλα όμως που τα σχέδια τελικά είναι μάλλον για να ανατρέπονται. Το «Ελευθέριος Βενιζέλος» είναι αναμφισβήτητα ένα σύγχρονο αεροδρόμιο και ίσως κάποιος έλεγε και μεγάλο. Ε λοιπόν το Σαρλ Ντε Γκωλ είναι καμιά δεκαριά (τουλάχιστον) «Βενιζέλος» μαζί και μάλλον είμαι και φειδωλός στη περιγραφή μου. Σε αυτό το χάος η συνάντηση τελικά καθυστέρησε σημαντικά και όλο το χρονοδιάγραμμα τινάχτηκε στον αέρα.
Όλα αυτά τα διαβάζαμε στο whatsapp ενόσω εμείς εδώ οι Ελλαδίτες είμασταν σε διαδικασία συνάντησης.
Εκ των υστέρων μάθαμε ότι παρασκηνιακά παίχτηκε και ταινία θρίλερ του στυλ «..βλέπω κάπου τις αποσκευές σου …» με ευτυχώς αίσιο τέλος. Αυτό που συνέβη ήταν ότι εκεί πάνω στη τρέλλα του να καταλάβουν σε πιο σταθμό και με πιο μέσο θα έφταναν στο σημείο να παραλάβουν το αυτοκινούμενο, κατά την αποβίβαση από το τελευταίο τραίνο οι αποσκευές του Γιώργου ξεχάστηκαν. Η γλαφυρή περιγραφή μας έδωσε τελικά την εικόνα δύο Γάλλων που έβγαιναν από το σκοτεινό τούνελ και που ανέλαβαν να συντονίσουν την επιχείρηση « που ‘ναι, που ‘ναι οι βαλιτσούλες…. Ψάξε ψάξε δε θα τις βρεις..». Πραγματικά η κινητοποίηση των Γάλλων ήταν άμεση και συντονισμένη και σε μία ευθυγράμμιση των πλανητών μετά από 20 λεπτά οι αποσκευές περίμεναν τον παραλήπτη τους στο κεντρικό γραφείο του σταθμού.

Γυρνώντας στα τεκταινόμενα εν Ελλάδι, η τετράδα τελικά συγκροτήθηκε έξω από το σπίτι του Βασίλη για να επιβιβαστούμε όλοι μαζί στο αυτοκίνητο προς το αεροδρόμιο.
Η επαφή μου με την αεροπλοΐα περιοριζόταν, μέχρι το συγκεκριμένο ταξίδι, σε μία πτήση πολύ μωρό που θυμάμαι απλά να κοιτάω από το παράθυρο του αεροπλάνου κάτω τη θάλασσα και λίγο τη φάση της επιτάχυνσης κατά την απογείωση. Θολές εικόνες που με συντροφεύουν από τη τρυφερή ηλικία των 4 περίπου ετών. Η επόμενη ανάμνηση είναι περίπου πριν από 25 χρόνια όταν φαντάρος ταξίδεψα στην Αλεξανδρούπολη. Εικόνες από το συγκεκριμένο ταξίδι έχω μόνο μετά τη προσγείωση στην Αλεξανδρούπολη. Ούτε καν το «Ελληνικο» αεροδρόμιο δε θυμάμαι.

Έτσι αυτή η φορά έμοιαζε σα να ήταν η πρώτη μου. Παραφράζοντας τη μνημειώδη φράση του πρώτου βήματος του Νηλ Άρμστρονγκ στη Σελήνη θα έλεγα «Μία πτήση για τους υπόλοιπους …. Ένα άλμα για εμένα…». Τα παραπάνω μαγικά συνοδεύτηκαν από μία πεζή αίσθηση ζαλάδας-ναυτίας όσο πετούσαμε και πολλές εικόνες από πολύ ψηλά που σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού μου θύμιζαν το αεροπλάνο (όχι το βαθύτερο νόημα του άσματος τόσο, όσο το περιγραφικό των στίχων)

Όχι πως είχε ιδιαίτερη σημασία αλλά λίγο πριν προσγειωθούμε μας πληροφόρησαν ότι είχαμε κερδίσει 15 λεπτά. Με συνοπτικές διαδικασίες αποβίβαση και πολύ γρήγορα στο uber που ήδη μας περίμενε προκειμένου να πάμε τελικά να συναντήσουμε τους άλλους δύο που εν τω μεταξύ είχαν παραλάβει το αυτοκινούμενο και βρισκόντουσαν στο σούπερ μάρκετ.

Πρώτη γεύση από «το εξωτερικό» … Τα μάτια αποτύπωναν εικόνες που το μυαλό αυθαίρετα σύγκρινε με την δική μου(μας) Ελληνική πραγματικότητα. Οπωσδήποτε άλλος αέρας, αλλά σε πρώτη φάση η μετάβαση ήταν σταδιακή αφού μαζί με τις διαφορές ήταν και οι ομοιότητες πολλές. Δε θυμάμαι πόση ώρα πέρασε, δε συνέβη και κάτι ιδιαίτερα αξιομνημόνευτο και κάποια στιγμή φτάσαμε εκεί που ήταν τα παιδιά και αντικρύσαμε το … κινητό βουνό που θα μας φιλοξενούσε για τις επόμενες 4 μέρες.
Το σκηνικό ήταν ένα τεράστιο πάρκινγκ όπου είχαμε πιάσει τουλάχιστον 3 κανονικές θέσεις αυτοκινήτου. Αρκετά πιο πέρα ένα επίσης τεραστίων διαστάσεων σούπερ μάρκετ που εύκολα ξεπέρναγε τις διαστάσεις ποδοσφαιρικού γηπέδου και μέσα είχε να ψωνίσεις από τα απολύτως απαραίτητα μέχρι εξοπλισμό εκδρομής, καταδύσεων και ό,τι άλλο θα μπορούσε να ζητήσει κανείς.

Συνάντηση στους διαδρόμους του «κολοσσαίου» με Γιώργο και Νίκο, μετά από 3 και 1 χρόνο αντίστοιχα, συγκρατημένοι εναγκαλισμοί σε δημόσια θέα μερικές τελευταίες πινελιές στη λίστα των εφοδίων και 2 τεράστια τίγκα φορτωμένα καρότσια μπροστά από το ταμείο. Η συμπαθητική ευτραφής ταμίας παρ’ όλο που εξωτερικά δε το έδειξε, σίγουρα ένα κατιτίς το έπαθε. Κάτι σε ντουβρουτζά σε συνδυασμό με «ωρέ που πανε αυτοί? Στο πόλεμο?» όπως μαρτύρησαν μερικές δευτερεύουσες λεπτομέρειες και ο λογαριασμός που παραλίγο να ήταν τετραψήφιος…

Μεταφορά των εφοδίων στο άρμα μάχης ( λέγε με recreational vehicle (RV) ) και αναχώρηση για πίστα. Διάθεση …. παλιμπαιδισμού. Τα πάλαι ποτέ σουξεδιάρικα «ήταν ένα μικρό καράβι», «τρέξε τρέξε οδηγέ» είχαν τη τιμητική τους όσο ο «… οδηγούσα 5ατονο στον στρατό με 2,5 τόνους ρυμούλκα σε γκρεμίδια….» (με λένε Γιώργο) προσπαθούσε στον Α11 να κουμαντάρει το πράμα που ευτυχώς πάνω από τα 80 άλλαζε μόνο μια λωρίδα σε κάθε ριπή ανέμου … Εκπληκτική ευστάθεια …ανυπέρβλητα φρένα … εξωπραγματικά κρατήματα και γενικά στιγμές απείρου κάλους εμπλουτισμένες και με στιγμές …. μερακλώματος

Γενικά η ψυχολογία τούμπανο και η εκδρομή είχε μόλις ξεκινήσει. Μ’ αυτά και μ’ αυτά νωρίς το απόγευμα φτάσαμε στη πίστα … ή για να ακριβολογούμε κοντά στη πίστα με μία μεγάλη ουρά να μας υποδέχεται. Όλα καλά και αναμενόμενα και μετά από κάμποση ακόμα ώρα φτάσαμε και στη περιοχή που είχαμε κλείσει θέση από τον Φεβρουάριο για το όχημα, ενώ τα πρώτα δοκιμαστικά ήταν ζήτημα λεπτών να ξεκινήσουν και όλα έδειχναν ότι θα προλαβαίναμε να πάρουμε το πρώτο μάτι…
Ο περιβάλλοντας χώρος της πίστας είναι χωρισμένος σε 3 περιοχές που έχουν κωδικούς με χρώματα και εμείς είμασταν στη κίτρινη περιοχή. Η τοποθεσία της στη πίστα είναι πίσω από τα Porsche curves και ονομάζεται Βeausejour. Όλα έμοιαζαν φυσιολογικά αφού μπήκαμε με το όχημα στο προβλεπόμενο χώρο του check-in, δείξαμε το εισιτήριο, πήραμε το ειδικό κίτρινο αυτοκόλλητο και ….. πίκρα. Τελευταία στιγμή μας πληροφόρησαν ότι δε μπορούσαμε να προχωρήσουμε πιο μέσα γιατί είχε βρέξει τη προηγούμενη και υπήρχε λάσπη άρα και φόβος να κολλήσουμε. Έπρεπε να πάμε σε ένα άλλο μέρος καθ’ υπόδειξη τους.

Το άλλο μέρος ήταν μία τσιμεντένια αλάνα εκτός πίστας ( ενώ αρχικά είμασταν εντός ) με την εθνική να κόβει τη πρόσβαση προς τη πίστα που πλέον απαιτούσε πολύ περπάτημα για να φτάσεις απλά σε ένα κομμάτι κάπου κοντά στην εκκίνηση. Καμία σχέση με αυτό που είχαμε στο μυαλό μας και αυτό που είχαμε πληρώσει. Ξενέρα από όλους….κατήφεια…μούτρα…εκνευρισμός…με τον Παύλο να μιλάει στο τηλέφωνο με κάθε άσχετο «ειδικό». Με τα πολλά και πλέον σε κακή διάθεση και στάση αναμονής κάπου ένα όνομα ειπώθηκε και ξεκινήσαμε για εκεί.
Ένα τεράστιο πρόβλημα, που ίσως στους υπόλοιπους ήταν γνωστό αλλά εγώ το αντιμετώπισα πρώτη φορά, ήταν αυτό της επικοινωνίας αφού η διοργάνωση δεν είχε φροντίσει να έχει ανθρώπους που να μιλάνε στοιχειωδώς επαρκή αγγλικά ακόμα και σε κομβικές θέσεις όπως ήταν εκείνες των ανθρώπων που ήλεγχαν τη πρόσβαση σε διάφορα σημεία της πίστας. Ουσιαστικά η επικοινωνία γινόταν σε ένα συνδυασμό αγγλο-γαλλο-νοηματικής και πολύ γρήγορα διάφορα «γαλλικά γαρνιτούρας» ήρθαν στην επιφάνεια.

Το καινούργιο μέρος που μας έστειλαν, μετά από αρκετή ταλαιπωρία, ήταν ένα μεγάλο πάρκινγκ ενός Leroy Merlin που ήταν ουσιαστικά λιγότερα από 100 μέτρα μακριά από τη πίστα αλλά που ουσιαστικά δε μπορούσες να δεις τίποτα αφού απλά πέρναγαν σχεδόν από μπροστά σου τα αυτοκίνητα σε φάση επιτάχυνσης και προλάβαινες να δεις απλά φώτα να εξαφανίζονται γρήγορα.
Ξανά τα μπρος – πίσω σε μία ένδειξη Ελληνικού πείσματος και ξανά στο αρχικό μέρος και στον έλεγχο εισιτηρίων. Όσο κρατούσαν οι διενέξεις 2 -3 από εμάς μπήκαν με τα πόδια εκεί που κανονικά έπρεπε να «στρατοπεδεύσουμε». Λάσπη δεν υπήρχε αφού όλη μέρα δεν είχε βρέξει καθόλου ή υπήρχε ελάχιστη αλλά οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες και τελικά η οργάνωση παρά τις φιλότιμες προσπάθειες δεν επέτρεψε την είσοδο.

Ξανά στο πάρκινγκ. Όλη η ζωντάνια και η διάθεση των προηγούμενων ωρών τώρα είχε μετατραπεί σε κατήφεια και προσπάθεια του κάθε ενός να χρυσώσει το χάπι στους υπόλοιπους. Εν τω μεταξύ είχαν αρχίσει τα νυχτερινά δοκιμαστικά και βλέπαμε μπροστά μας να περνάνε τα αγωνιστικά…. φώτα!! Βρήκαμε και μία κοπάνα κάποια στιγμή που έβγαζε σε ένα κομμάτι που μπορούσες να δεις κάτι ουσιαστικό, υπήρχαν κριτές που αρχικά δεν αντέδρασαν αφού ουσιαστικά εκεί είμασταν πίσω από τα κάγκελα ασφαλείας και εκτός πίστας, αλλά δεν άργησαν να μας διώξουν και από εκεί.

Είχαμε ταξιδέψει τόσο, είχαμε προετοιμάσει τόσα και τόσα, ο άλλος είχε κάνει το γύρο της Γης για να έρθει και κολλάγαμε σε μία ηλίθια δικαιολογία ότι μπορεί να κολλάγαμε σε ένα μέρος που δεν είχε πια λάσπες και ήταν στα περισσότερα σημεία του στεγνό. Εκτός αυτού υπήρχε άπλετος χώρος αφού, όπως και σε εμάς, ούτε στα μισά RV δεν είχε επιτραπεί η είσοδος.
Η πρώτη νύχτα, μας έπεσε κάπως βαριά. Τα δοκιμαστικά εν τω μεταξύ τελείωσαν. Η ψησταριά που άναψε και τα μπριζολίδια προσπάθησαν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις αλλά όλοι είμασταν κάπως. Φάγαμε, μαζέψαμε και σιγά σιγά ξεραθήκαμε προσδοκώντας σε ένα καλύτερο αύριο.

Ξημέρωσε Παρασκευή. Τη Παρασκευή όπως και στο Μονακό η πίστα ανοίγει και διατίθεται κανονικά στη δημόσια κυκλοφορία πλην ελαχίστων κομματιών ή παρακάμψεων. Μετά τον καφέ και μία επίσκεψη στο Leroy, αποφασίσαμε να διαθέσουμε τη μέρα στη περιπλάνηση στη πίστα, στην επίσκεψη στα πιτ και γενικά στο χώρο της πίστας και στη παρουσίαση οδηγών και ομάδων που θα γινόταν το απόγευμα στη πόλη του Le Mans.

Όταν το σχεδιάζαμε φαινόταν σχετικά εύκολο. Όταν τελικά στο τέλος της μέρας ξαναγυρίσαμε στο motorhome είχαμε περπατήσει συνολικά καμμιά εικοσαριά χιλιόμετρα…είχαμε καεί από τον ήλιο και κοκκινίσει όπου το δέρμα ήταν γυμνό…και φυσικά είμασταν ψόφιοι στη κούραση.
Χορτάτοι όμως από εικόνες. Εικόνες του χθες (από αυτοκίνητα του παρελθόντος που υπήρχαν ως εκθέματα), εικόνες του σήμερα ( από πολύ πρόσφατα αυτοκίνητα που μέχρι πέρυσι μεσουρανούσαν), εικόνες από το pit lane, από τη παρουσίαση των οδηγών, από το Le Mans (πόλη) …. Και τι δεν είδαμε! Σε τέτοιο περιβάλλον έρχεται κάποια στιγμή που βλέπεις μπροστά σου υπεραυτοκίνητα και ξαφνικά έχουν χάσει την ικανότητα να σου προκαλούν δέος και θαυμασμό. Για τον απλούστατο λόγο ότι είναι τόσο πολλά, που το μάτι χορταίνει και ξαφνικά δεν είναι «μία Πόρσε» αλλά «άλλη μία Πόρσε»…. Πλέον μόνο τα πολύ σπάνια ή εξεζητημένα προκαλούν το γύρισμα του κεφαλιού…

Εκεί στη πόλη του LeMans και ενώ είχε απογευματιάσει, μετά από ένα διάλειμμα και τον απαραίτητο ανεφοδιασμό σε καφεΐνη και πρωτεΐνες η παρέα των 6 χωρίστηκε σε 2 τριάδες, η μία εκ των οποίων πήρε το δρόμο του γυρισμού προς το Motorhome ενώ η άλλη συνέχισε τη βόλτα κυνηγώντας εικόνες και αποθανατίζοντας το μέρος, τη παρουσίαση οδηγών και … διάφορα άλλα αξιοθέατα…
Η βραδινή ανασκόπηση των γεγονότων της ημέρας και η αναπόληση στιγμών και εικόνων είχε εξαιρετικά μικρή διάρκεια καθώς μετά από λίγο 6 κορμιά κείτονταν σε ημιθανή κατάσταση…

Ξημέρωσε Σάββατο … η ώρα της αλήθειας …. η μέρα του αγώνα…
Πρωινός καφές στα γρήγορα παρέα με υποτυπώδες πρωϊνό και οι πρώτοι 3 ξεκινήσαμε για να πάμε στα Porsche Curves με το λεωφορείο προκειμένου να δούμε το ζέσταμα μέχρι να έρθουν και οι υπόλοιποι και να περιμένουμε όλοι μαζί να δοθεί και η εκκίνηση. Εκεί στην είσοδο μία απέλπιδα προσπάθεια να ρωτήσουμε αν μπορεί να μπει το όχημα…

Είναι εκείνες οι περιπτώσεις που ρωτάς κάτι και έχοντας δεδομένη την απάντηση έχεις αρχίσει ήδη να απαντάς …πριν ξαφνικά συνειδητοποιήσεις ότι η απάντηση είναι διαφορετική από αυτή που περίμενες και με γουρλωμένα μάτια ζητήσεις επιβεβαίωση για να σιγουρευτείς ότι τελικά δε παράκουσες …. Κάπως έτσι πρέπει να ήταν η εικόνα μου όταν ο Βασίλης μου είπε «…μας αφήνουν να μπούμε. Παίρνω τους άλλους να το φέρουν»

Αφού αυτό πλέον ήταν γεγονός και ξεκίνησαν να έρχονται εμείς ήδη προχωρούσαμε προς τα μέσα με τα πόδια για να βρούμε το ιδανικό σημείο … «προσάραξης». Κι εκεί που όλα δείχνουν να έχουν αλλάξει και τελικά η τύχη να μας χαμογελάει δειλά δειλά …στη τελευταία πόρτα πριν το ιδανικό σημείο που θα μας έφερνε δίπλα στη πίστα και ανάμεσα σε δεκάδες άλλους κατασκηνωτές και ενώ πριν 5 λεπτά δεν υπήρχε κανείς, έχει εγκατασταθεί σχολαστικός Γάλλος κριτής που σε άπταιστη …. νοηματική απλά δε μας αφήνει να περάσουμε. Τουλάχιστον είμαστε γενικά μέσα στο μέρος που έπρεπε να έχουμε μπει εξ αρχής οπότε μικρό το κακό. Τελικά μετά από λίγη ακόμα ταλαιπωρία και ένα προσωρινό κόλλημα στις λάσπες το εργαλείο παρκάρει περήφανο ανάμεσα σε άλλα.


Αργότερα μέσα στη μέρα και έχοντας πια αφομοιωθεί στο περιβάλλον ο Γιώργος ξεδιπλώνει τις διπλωματικές του αρετές « αδερφέ, παίζει να πάρουμε λίγο ρεύμα για το τροχήλατο? » και σε χρόνο dt οι φιλόξενοι Εσθονοί γείτονες μας παρέχουν και πρίζα από τη γεννήτρια τους οπότε για πρώτη φορά έχουμε και απεριόριστη ενέργεια. Μία γρήγορη εξερεύνηση της περιοχής αποκαλύπτει ότι πολύ κοντά μας υπάρχει και πηγή ανεφοδιασμού σε νερό. Όχι σε απόσταση που να επιτρέπει τη μόνιμη σύνδεση του οχήματος με την παροχή αλλά πολύ κοντά οπότε ξαφνικά …. όλα καλά. Πλέον είμαστε μόλις 5 λεπτά από το σημείο που θα βλέπουμε και υπάρχει η πολυτέλεια όποιος θέλει να παραμένει στο όχημα χωρίς να χρειάζεται να «ξεσπιτωθούμε» σύσσωμοι και να επιστρέψουμε «…κάποτε».

Σιγά σιγά πλησιάζει και η ώρα της εκκίνησης. Ήδη ένα δίωρο πριν έχουμε στηθεί και βλέπουμε τα αυτοκίνητα να περνάνε αφού επίσης το ζέσταμα έχει ξεκινήσει και όλοι ρυθμίζουν ή δοκιμάζουν τις τελευταίες λεπτομέρειες.
Δεν αργεί η στιγμή που εννέα αεροπλάνα περνούν πάνω από τα κεφάλια μας σχηματίζοντας, με τα χρώματα που αφήνουν πετώντας, τη Γαλλική σημαία …ενώ μπροστά μας σε παράταξη όλα τα αγωνιστικά ακολουθούν το αυτοκίνητο ασφαλείας σε σχηματισμό προκειμένου να πάρουν εκκίνηση εν κινήσει και …

Ο ΑΓΩΝΑΣ ξεκινάει…. μετά από τρία περίπου λεπτά ξαναπερνούν από μπροστά μας σε αγωνιστικούς πλέον ρυθμούς. Τι να πρωτοδείς ..τι να πρωτοπείς…τι να σχολιάσεις… με πιάνω να κρατάω την ανάσα μου αφηρημένος πολλές φορές… όχι γιατί τα περάσματα κόβουν την ανάσα αλλά γιατί απλά βρίσκομαι εκεί….
Εκεί που χρόνια τώρα μία φορά το χρόνο γράφεται ιστορία…
εκεί που αμέτρητες φορές έχω αφιερώσει ώρες επί ωρών σε αναγνώσεις αγώνων, συμβάντων, ιστοριών του παρελθόντος…
εκεί που η φράση “Racing is life. Anything before or after is just waiting” του αξέχαστου Steve McQueen που ειπώθηκε στην ομώνυμη ταινία βρίσκει το απόλυτο νόημα της.


Εκεί που παρά τη τεχνολογική πρόοδο και τα αυτοκίνητα του «..σου πω… πάω και μόνο μου έτσι ? ..» σήμερα, κανείς μα κανείς δε τολμάει να υποτιμήσει τις απαιτήσεις ενός αγώνα που η διαδρομή του περιλαμβάνει ατελείωτες ευθείες, πολύ έντονες επιβραδύνσεις και ένα συνδυασμό στροφών που μοιάζει να μην έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις αλλά που εάν την κάνεις βόλτα καταλαβαίνεις ότι μόνο έτσι δεν είναι και όλα αυτά για 24 συνεχόμενες ώρες …
Εκεί …στον απόλυτο ναό των αγώνων αντοχής που μαζί τους με συνδέει μία υπαρξιακού τύπου σχέση…

Δε ξέρω πως ήταν η εικόνα μου σε κάποιον που με κοίταγε αλλά εγώ ήμουν εκστασιασμένος. Εκστασιασμένος και σχεδόν απολιθωμένος. Αιχμάλωτος των συναισθημάτων μου και των αισθήσεων, αιχμάλωτος όσων συνέβαιναν μέσα στο κεφάλι μου ή όσων από τα ερεθίσματα του χώρου προλάβαινε να μετατρέψει σε εικόνες στα μάτια μου ο εγκέφαλος. Προσπαθούσα επίσης να είμαι πολύ συγκεντρωμένος ώστε να καταλαβαίνω τι συμβαίνει με τα αυτοκίνητα και τη θέση του καθενός σε σχέση με τον ανταγωνισμό του, αφού το να περνάνε μπροστά σου αυτοκίνητα διαφορετικών κατηγοριών ανακατεμένα δεν αποτελεί κανενός είδους εγγύηση ότι θα είσαι σε θέση να αντιλαμβάνεσαι και τη θέση τους στη κατάταξη του αγώνα.

Γενικά είναι γνωστό το «αγώνα βλέπεις από τη τηλεόραση μόνο. Από κοντά είναι άλλες οι χάρες που γεύεσαι.»
Στη Γαλλία νύχτωνε αργά, πραγματικά αργά μετά τις 11-11.30 έλεγες πια ότι είναι νύχτα ενώ η φάση σουρουπώνει δεν ήταν ιδιαίτερα αισθητή. Σα να πέρναγε πολύ γρήγορα από το φως στο σκοτάδι.
Όλες αυτές τις ώρες δίπλα μου βρισκόταν κυρίως ο Νίκος και εναλλάσσονταν οι υπόλοιποι 4 αλλά δε συνειδητοποιούσα πόσο συχνά ή για πόση ώρα. Θυμάμαι ότι όταν με ρωτούσαν απαντούσα «..εγώ δε κουνιέμαι από εδώ..».
Η στιγμή που μας έφεραν κουβέρτα και φαγητό από το Motorhome ήταν πολύ δυνατή συναισθηματικά και όλα τα λεφτά…. Ωστόσο κάποια στιγμή λύγισα κι εγώ και πήρα το δρόμο της επιστροφής. Ήταν νύχτα άλλωστε και δε ξεχώριζες τίποτα….άκουγες μόνο θόρυβο να πλησιάζει, φώτα να έρχονται και να φεύγουν και σχεδόν δε διέκρινες τα αυτοκίνητα.

Ενδιάμεσα απλά δε θυμάμαι τι έγινε, αλλά το άλλο πρωί ξύπνησα και μετά από ένα πολύ σύντομο πρωϊνό-καφέ κίνησα για το σημείο που βλέπαμε. Μου πήρε αρκετή ώρα να καταλάβω τι βλέπω και ποιος ήταν που και τι κινηγούσε και κάπως έτσι κύλησαν οι ώρες. Μεσολάβησε ένα διάλειμμα και γενική συγκέντρωση στη «καλύβα του μπαρμπά Θωμά» μας για παρακολούθηση Live του Motogp αγώνα (όχι που θα το αφήναμε χωρίς να το δούμε) και αμέσως μόλις τελείωσε ξανά στο σημείο μας για να παρακολουθήσουμε πλέον το τελευταίο μισάωρο του αγώνα.

Από τη προηγούμενη είχαμε αποφασίσει ότι μόλις τελείωνε ο αγώνας θα φεύγαμε όσο πιο γρήγορα μπορούσαμε για να προλάβουμε την κίνηση και αυτό συνέβη πραγματικά αφού αμέσως μετά το λήξη το motorhome είχε ήδη ξεπαρκάρει και μας περίμενε με alarm εκεί μέσα στο γενικότερο περιβάλλοντα χώρο. Μας φόρτωσε και βουρ…

Σε ρόλο πλοηγού 2-3 ταυτόχρονα και μετά από μερικούς κύκλους γύρω από την ουρά μας στην Εθνική με κατεύθυνση προς Βερσαλλίες που ήταν η μεγαλύτερη μεγάλη πόλη κοντά στο σημείο που θα παραδίδαμε το αυτοκίνητο την επομένη.

Η διαδρομή κύλησε σχετικά γρήγορα και μερικές ώρες αργότερα είμασταν παρκαρισμένοι σε κεντρικό δρόμο των Βερσαλλιών όπου και θα διανυκτερεύαμε. Είχε ήδη αρχίσει να βγαίνει η κούραση τόσων ημερών αλλά τελικά κανείς δε μπόρεσε να αντισταθεί σε μία βόλτα-περαντζάδα στο αξιοθέατα της πόλης σε συνδυασμό πάντα με την παρέα τα πειράγματα, την πλάκα.
Από τη στιγμή που πατήσαμε σε Γαλλικό έδαφος και χωρίς να υπολογίζω την επίσκεψη στο Le Mans που την εντάσσω στο αγωνιστικό κομμάτι της εκδρομής ήταν η πρώτη φορά που σταματάγαμε σε πόλη που δεν είχε σχέση με τον αγώνα. Οι Βερσαλλίες είναι πολύ ωραίο μέρος. Εκτός από το παλάτι, τα χρυσά αγάλματα και τα μεγαλειώδη πάνω και γύρο από αυτό σκαλιστά και αγάλματα κάθε είδους, είναι πολύ ωραία πόλη, που σε εμένα τουλάχιστον προσωπικά έβγαζε μία ηρεμία χωρίς αυτό να συνεπάγεται έλλειψη κίνησης, κόσμου και γενικά ζωής. Αντιθέτως σε όλα τα μαγαζιά που περάσαμε στη διάρκεια της βόλτας και σε κάποια από αυτά περισσότερες από μία φορές υπήρχε παντού κόσμος. Όπως άλλωστε και στους δρόμους. Όχι σε κατάσταση μποτιλιαρίσματος αλλά ούτε και ερημιάς.

Όμορφες στιγμές που σιγά σιγά όδευαν προς το φινάλε. Εκείνη η βραδιά ήταν η τελευταία του Γιώργου αφού το πρωί θα έφευγε πολύ νωρίς για να προλάβει πτήση για Αθήνα προκειμένου όλη η εκδρομή του να συνδυαστεί και με μία βδομάδα στη πατρίδα με γονείς και φίλους. Θα τον ξαναβλέπαμε πριν φύγει στο καθιερωμένο τσιμπούσι της ομάδας μαζί με όσους δεν είχαν καταφέρει να ταξιδέψουν μαζί μας.

Μοιραία λοιπόν εκείνος πήγε πρώτος για ύπνο με τους υπόλοιπους να παραμένουμε σε κοντινό στο Motorhome παγκάκι, χαλαρώνοντας και φλυαρώντας-συζητώντας διάφορα … (μέχρι και το Μακεδονικό κοντέψαμε να λύσουμε) πριν τελικά κι εμείς νιώσουμε τη κούραση να επιβάλλεται στην επιθυμία μας για κουβέντα και …. λιποθυμήσουμε σε οριζόντια στάση…

Ξημέρωσε η τελευταία μας μέρα στη Γαλλία. Νίκος και Παύλος ανέλαβαν να παραδώσουν το motorhome στην AVIS είκοσι χιλιόμετρα μακριά από το σημείο διανυκτέρευσης ενώ ο Βασίλης θα έπαιζε το ρόλο ξεναγού σε εμένα και τον Πάνο στο Παρίσι που οι άλλοι δύο θα μας συναντούσαν. Η αίσθηση ηρεμίας των Βερσαλλιών παρέμεινε και τη Δευτέρα που ήταν μία κανονική εργάσιμη για εκείνους τουλάχιστον μέχρι τις 9.30 που το τραίνο για Παρίσι με εμάς μέσα αναχώρησε.

Το Παρίσι μας υποδέχθηκε με μία ψιλή βροχούλα που σταμάτησε πολύ γρήγορα. Ταξιδιωτικούς οδηγούς για το Παρίσι μπορείτε να βρείτε και να διαβάσετε αμέτρητους και αυτό το κείμενο δεν είναι ακόμα ένας. Αλλά οι εντυπώσεις που αφήνει το Παρίσι σε κάποιον περαστικό ταξιδιώτη τη πρώτη του φορά εκεί είναι ανάμεικτες. Κατ’ αρχήν είναι ο Σηκουάνας. Είναι εντυπωσιακό να χωρίζει μία πόλη στη μέση ένας ποταμός. Ουσιαστικά μοιάζει με μία υδάτινη τεράστια λεωφόρο που δεξιά και αριστερά της βλέπεις κτίσματα. Το κομμάτι που κινηθήκαμε εμείς – πεζοί πλέον και με τα μπαγκάζια στα χέρια – αφορούσε το τουριστικό κομμάτι της πόλης. Όλα μοιάζουν να έχουν χτιστεί στο πέρασμα των χρόνων κατά μήκος του ποταμού, του «Ιερού Ποταμού» όπως τελικά είναι η σημασία του ονόματος του. Όλα μοιάζουν να βρίσκονται στην υπηρεσία του τουρίστα και της περιήγησης της πόλης με τα πόδια ενώ δε λείπουν και λύσεις όπως διπλά με ανοιχτή οροφή λεωφορεία που αναλαμβάνουν να σε «ξεναγήσουν» οδικώς στα κυριότερα αξιοθέατα της πόλης ή καραβάκια που κάνουν επίσης το ίδιο αλλά προφανώς από άλλη …. γωνία.

Η συντροφιά του … δαχτυλιδιού στη περίπτωση μας περιορίστηκε σε ένα συνδυασμό πεζοπορίας αλλά και λεωφορείου. Πήραμε μάτι από όλα. Παναγία των Παρισίων, Λούβρο, Πύργος του Άιφελ, Αψίδα του Θριάμβου, κάτσαμε σε παραδοσιακό καφέ σχεδόν στο κέντρο, γευματίσαμε σε κυριλέ εστιατόριο.
Ούτε καν επιδερμικά. Περάσαμε και δεν ακουμπήσαμε όσον αφορά την ιδιότητα του τουρίστα στο Παρίσι. Παρ’ όλα αυτά οι εικόνες είναι άπειρες και ίσως πολλές από αυτές – αφού ακόμα όλα είναι πολύ πρόσφατα – βγουν στην επιφάνεια με το χρόνο όταν σιγά σιγά καταλαγιάσουν και βρουν το χώρο τους μέσα μας.
Η Τελευταία πράξη αυτού του έργου παίχτηκε στο Ντε Γκωλ… Φτάσαμε αρκετά νωρίς ώστε να αποφύγουμε κάθε τύπου ευτράπελο και σε συνδυασμό με μία μικρή καθυστέρηση αυτό τελικά μας επέτρεψε να επιδοθούμε σε ένα τελευταίο γεύμα με ποικιλίες τυροαλλαντικών και διάφορες αλκοολούχες επιλογές.
Όταν περνάς όμορφα δε θες να τελειώσει και αυτό που λέω δεν είναι δα και καμία σοφία …. Αλλά όταν ο Νίκος αντί για Σουηδία είναι έτοιμος να αλλάξει τη πτήση του και να πετάξει μαζί σου Ελλάδα μόνο και μόνο γιατί νιώθει ότι τελειώνει κάτι που δε θέλει … αυτό δείχνει πολλά άσχετα αν τελικά υλοποιείται ή όχι.

Στη πτήση της επιστροφής όσο ήμουν ξύπνιος τα συμπτώματα ναυτίας δεν εμφανίστηκαν. Τι σου είναι η εμπειρία…. !! Για να είμαι όμως ειλικρινής ένα μεγάλο μέρος της το πέρασα παριστάνωντας τον … ωραίο κοιμωμένο.

Προσγείωση …. διαμοιρασμός στα σπίτια μας και τέλος.

Τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο έχουν περάσει περίπου 20 μέρες. Η αδυσώπητη καθημερινότητα και όσες εκκρεμότητες δημιουργήθηκαν κατά την απουσία μου, έχουν κατακλύσει και μονοπωλήσει το χρόνο μου. Σχεδόν δεν έχει μείνει χρόνος οι στριμωγμένες στιγμές, εικόνες, συναισθήματα να βρουν το δρόμο προς την επιφάνεια και ουσιαστικά περιμένουν και παραμένουν εγκλωβισμένες μέσα μου. Κάπου κάπου ξεπετάγονται με θράσσος κάποιες από αυτές αλλά έχω την αίσθηση ότι αυτή η διαδικασία θα συνεχίζεται για πολύ καιρό ακόμα.

Το σίγουρο είναι ότι αυτό το ταξίδι θα μείνει χαραγμένο μέσα μου. Όπως πολλές του στιγμές κάποιες από τις οποίες αναφέρθηκαν εδώ και πολλές άλλες όχι.

Ευχαριστώ και ευγνωμονώ τον καθένα ξεχωριστά και όλους μαζί για τη συμβολή τους στην υλοποίηση αυτού του ταξιδιού και μακάρι ειλικρινά να έρθουν και άλλα τέτοια ταξίδια με ακόμα περισσότερα μέλη τα ομάδας και ακόμα πιο όμορφες και μεγαλειώδεις στιγμές.

OMEN by HP
Pallas Parts

by Andy Perrs